Ο καλός και ο κακός, ο Ματ και ο Τζέφ, ο θείος Ρέιντ και από την άλλη πλευρά η πηγή της πληροφορίας. Οι ανακριτικές τεχνικές έρχονται κάθε τόσο στο δημοσιογραφικό προσκήνιο και το Ανωνυμο blog παρουσιάζει τις βασικές αρχές της ανάκρισης.
Υπάρχουν άνθρωποι σε όλο τον κόσμο που είναι εθισμένοι με τον «νόμο και την τάξη». Πιστεύουν ότι έχουν την ικανότητα να κάνουν ένα ύποπτο να ομολογήσει. Θα πάρουν μια απειλητική έκφραση, θα πλησιάσουν τον ύποπτο πολύ κοντά στο
πρόσωπο και θα του πουν ότι τα δακτυλικά του αποτυπώματα είναι πάνω στο όπλο του εγκλήματος.
Και αυτό ήταν! Ο ένοχος έχει ήδη αρχίσει να αναλογίζεται το έγκλημά του. Στην πραγματική ζωή πάντως, η αστυνομική ανάκριση προϋποθέτει πολύ περισσότερα από αυτοπεποίθηση και δημιουργικότητα (παρόλο που αυτές οι ιδιότητες είναι χρήσιμες) – οι ανακριτές διαθέτουν άριστη εκπαίδευση σε ψυχολογικές τακτικές κοινωνικής επιρροής.
Η λογική των ανακρίσεων
Το να κάνεις κάποιον να ομολογήσει ένα έγκλημα δεν είναι απλή υπόθεση, και το γεγονός ότι οι ανακριτές μερικές φορές παίρνουν ομολογίες από αθώους αποδεικνύει την αριστεία τους σε ψυχολογικούς χειρισμούς. Ποτέ δύο ανακρίσεις δεν είναι ίδιες. Οι περισσότερες όμως βασίζονται στην ίδια λογική: στην εκμετάλλευση των αδυναμιών της ανθρώπινης φύσης. Αυτές οι αδυναμίες συνήθως οφείλονται στο άγχος που βιώνουν οι άνθρωποι όταν εκθέτονται σε αντιφατικές καταστάσεις, όπως η κυριαρχία και η υποταγή, ο έλεγχος και η εξάρτηση, και η μεγιστοποίηση και ελαχιστοποίηση των συνεπειών.
Ακόμα και ο πιο σκληραγωγημένος εγκληματίας θα ομολογήσει εφόσον ο ανακριτής βρει τον σωστό συνδυασμό καταστάσεων και τεχνικών που αναλογούν στην προσωπικότητα και την εμπειρία του υπόπτου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ειδικοί υπολογίζουν ότι περίπου 42 - 55% των υπόπτων ομολογούν το έγκλημά τους κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.
Ανακρίσεις τρίτου βαθμού
Οι ανακριτικές τεχνικές της αστυνομίας δεν ήταν πάντα τόσο περίπλοκες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέχρι την αρχή του 20ου αιώνα, η σωματική κακοποίηση ήταν αποδεκτή (αν όχι νόμιμη) τεχνική για να επιτευχθεί η ομολογία. Οι ομολογίες που γίνονταν μέσω ανάκρισης «τρίτου βαθμού» -- δηλαδή στέρηση φαγητού και νερού, χρήση έντονου φωτισμού, ανατομική ταλαιπωρία και μακροχρόνια απομόνωση, ξύλο με πλαστικούς σωλήνες και άλλα όργανα που δεν αφήνουν σημάδια – ήταν συνήθως αποδεκτές από τα δικαστήρια εφόσον ο ύποπτος υπέγραφε ένα χαρτί που δήλωνε ότι η ομολογία του ήταν εθελοντική. Γύρω στα 1930 με 1960, εντούτοις, ένα ξεκαθάρισμα που έγινε στις τακτικές της αστυνομίας γενικότερα, βοήθησε και στην σταδιακή αλλαγή των μεθόδων ανάκρισης.
Μπράουν εναντίον Μισισιπή
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει το 1937, παρόλο που το Ανώτατο Δικαστήριο είχε καταργήσει την εθελοντική ομολογία από το 1897. Η υπόθεση του Μπράουν εναντίον του Μισισιπή ήταν η πρώτη κατά την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έκανε αποδεκτή μια εθελοντική ομολογία. Όπως διαπιστώθηκε από τη δίκη, οι αστυνομικοί εξανάγκασαν τον ύποπτο να υπογράψει την ομολογία του δένοντάς τον επανειλημμένα σε ένα δέντρο και μαστιγώνοντάς τον.
Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν ξεκάθαρη: οι ομολογίες που παίρνονται με τη βία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν αποδεικτικά στοιχεία σε δίκη. Μέχρι το 1950, οι ομολογίες θεωρούνταν εθελοντικές, όχι μόνο όταν οι αστυνομικοί χτυπούσαν τον ύποπτο αλλά και όταν τον κρατούσαν για μια άσκοπα εκτεταμένη περίοδο, όπου δεν τον άφηναν να κοιμηθεί, να φάει, να πιει νερό ή να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα. Επιπλέον του υπόσχονταν κάποιο όφελος σε περίπτωση που ομολογούσε και τον απειλούσαν ότι θα τον κακοποιούσαν σε περίπτωση που δεν ομολογούσε.
Μιράντα εναντίον Αριζόνα
Όταν το 1966 η υπόθεση του Μιράντα εναντίον της Αριζόνα έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο, η εξαναγκαστική ανάκριση της αστυνομίας δέχτηκε ένα ακόμα χτύπημα. Ο Ερνέστο Μιράντα είχε ομολογήσει βιασμό και απαγωγή μετά από δύο ώρες ανάκρισης. Αλλά με την έφεση που έγινε προς το Ανώτατο Δικαστήριο βγήκε το συμπέρασμα ότι ο Μιράντα δεν γνώριζε ότι είχε το δικαίωμα να μην πει τίποτα για τις κατηγορίες που του απέδιδαν (πέμπτη τροποποίηση) και επιπλέον ότι μπορούσε να ζητήσει βοήθεια από δικηγόρο (έκτη τροποποίηση) πριν την ανάκριση.
Το Δικαστήριο κατέληξε υπέρ του Μιράντα, και η απόφαση θεμελίωσε αυτό που εμείς τώρα ξέρουμε ως «Δικαιώματα του Μιράντα». Για να εξασφαλιστεί ότι ένας ύποπτος δεν θα αναγκαστεί να ομολογήσει μόνο και μόνο γιατί πιστεύει ότι δεν έχει άλλη επιλογή, η αστυνομία πρέπει να του διευκρινίσει ότι έχει το δικαίωμα να μην μιλήσει και να συμβουλευτεί δικηγόρο πριν αρχίσει η ανάκριση. Ο σκοπός είναι να περιοριστεί η άγνοια των υπόπτων και να αποφευχθεί μια αβάσιμη εθελοντική ομολογία.
Ο καλός και ο κακός
Η αστυνομία στην προσπάθεια της να αντικαταστήσει τις παράνομες, πια, τακτικές καταπίεσης, κατάληξε στη χρήση βασικών ψυχολογικών μεθόδων όπως η χρόνια τιμημένη τεχνική του «καλός μπάτσος – κακός μπάτσος». Σε αυτή την τακτική, ο ένας ανακριτής πιέζει και εκφοβίζει τον ύποπτο και ο άλλος υποκρίνεται ότι προσπαθεί να τον βοηθήσει. Οι άνθρωποι έχουν την τάση να εμπιστεύονται και να μιλάνε σε όποιον πιστεύουν ότι τους προστατεύει. Μια άλλη τεχνική είναι η μεγιστοποίηση, με την οποία οι αστυνόμοι προσπαθούν να φοβίσουν τον ύποπτο για να μιλήσει λέγοντάς του φρικιαστικά πράγματα που θα αντιμετωπίσει αν καταδικαστεί για το έγκλημα. Ο φόβος κάνει τους ανθρώπους να μιλάνε.
Ανιχνευτές ψεύδους
Για λίγο καιρό, η αστυνομία προσπάθησε τεχνικές όπως οι πολύγραφοι (ανιχνευτές ψεύδους) για να καταλάβουν αν ο ύποπτος τους εξαπατούσε. Τα μηχανήματα όμως αυτά καθώς και η εκπαίδευση για τη χρήση τους κοστίζουν πάρα πολύ και επιπλέον τα αποτελέσματα τους δεν είναι σχεδόν ποτέ αποδεκτά από τα δικαστήρια. Παρ’ όλ’ αυτά μερικοί αναλυτές πολυγράφων, συμπεριλαμβανομένου κι ενός που λέγεται Τζον Ρέιντ (John Reid), άρχισαν να παρατηρούν βασιζόμενοι στους πολυγράφους ότι όταν οι ύποπτοι έλεγαν ψέματα, εξωτερίκευαν συγκεκριμένες συμπεριφορές και σωματικές κινήσεις.
Και τα 9 βήματα του Ρέιντ
Ο Ρέιντ, λοιπόν, ανέπτυξε μια μη-μηχανική μέθοδο ανάκρισης χρησιμοποιώντας συγκεκριμένου τύπου ερωτήσεις με σκοπό να πάρει απαντήσεις που αποκαλύπτουν τις αδυναμίες του ανακρινόμενου και τις οποίες οι ανακριτές μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να πετύχουν την ομολογία. Τα «Εννιά βήματα» του Ρέιντ που χρησιμοποιούν ψυχολογικούς χειρισμούς είναι σήμερα ένα από τα πιο διάσημα και ευρέως χρησιμοποιούμενα ανακριτικά συστήματα που χρησιμοποιείται σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου